Τάσος Λειβαδίτης: Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα
…Και καμιά φορά τη νύχτα μια κραυγή που ζητάει βοήθεια ακούγεται απ’ το παρελθόν – ακριβώς γιατί ποτέ δεν το ζήσαμε
ή μας βασανίζουν αναμνήσεις από γεγονότα που δεν συνέβησαν ποτέ – αλλά ποιος είναι βέβαιος για το τι συνέβη; (σ.26)
…Ω που έζησα μια ζωή συγκεχυμένη, ακαθόριστη σαν ένα όνειρο που το ξεχνάς το πρωί και μετά το ξαναθυμάσαι, μέχει που δεν ξέρεις αν ήταν όνειρο ή το ίδιο το πεπρωμένο. Και είδα τ’ ανοιχτά παράθυρα σα μεγάλα βιβλία της ερημιάς
όπου διάβασα το πότε και το τίποτα. Κι έπρεπε εγώ απ’ αυτό το ποτέ και το τίποτα
να φτιάξω μια ποίηση για πάντα (σ.27)
…ώσπου στο τέλος κάτι μας παραπλανά και
και χάνουμε για πάντα το δρόμο: μια απρονοησία, μια
αργοπορία
ή κάποτε μια μακρινή μουσική.
Α πόσες μεταμορφώσεις μέσα στο όνειρο ή σ’ έναν δρόμο που είναι μακρύς- (σ.28)
…δεν υπάρχει λοιπόν κανείς άλλος μέσα στη ζωή μας,
γιατί τόση μοναξιά;
αλλά, ευτυχώς μόλις βρεθώ στην κάμαρά μου έχω φαεινές ιδέες: φορώ το σακκάκι του πατέρα κι έτσι είμαστε δύο
ανοίγω και την ομπρέλα μου και είμαι σ’ ένα ωραίο πάρκο, βράδυ, ενώ βρέχει και τα πουλιά τρέχουν να κρυφτούν
μέσα στον ύπνο των παιδιών. Τ’ αγάλματα μιλούν τη νύχτα. Κι ας λένε οι άλλοι ότι παραμιλώ (σ.31)
…λοιπόν ποια πράξη μας θα βαρύνει την ημέρα της Κρίσεως; Ποιος θα σηκωθεί να μας υπερασπίσει ή έστω να κάνει μια μικρή αναφορά στο όνομά μας; (σ.34)
…και συχνά ναυάγησα για ν’ αλλάξω λίγο αναμνήσεις
ή προσπάθησα από μια χίμαιρα να φτιάξω ένα ολόκληρο πεπρωμένο.
Τώρα ανα θυμάμαι κάτι είναι κάποια όνειρα που έκανα
ακουμπισμένος στον ωκεανό ή κάποιες ταπεινώσεις
που τέλειωσαν με τα πιο υπέροχα δάκρυα και συχνά
έκλεισα τα μάτια για να περάσω έναν δρόμο –
έτσι σώθηκα.
Κι όταν κάποτε χτύπησαν την πόρτα εγώ έλειπα, όπως
πάντα τις πιο ωραίες στιγμές μου.’Όχι, δε μένει
κανείς εδώ’, είπα.
Κι ήταν η μόνη αλήθεια που έλεγα (σελ.41)
Ω απέραντη νοσταλγία για κάτι που ποτέ δεν ζήσαμε
κι όμως αυτό υπήρξε όλη η ζωή μας (σ.76)
Εκδόσεις Κέδρος, 1987.
Περισσότερος Λειβαδίτης στο Landstreicher: